Αγεωργίτη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αγεωργίτη < γενική ενικού του αρσενικού Αγεωργίτης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αγεωργίτη θηλυκό άκλιτο
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Αγεωργίτης
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Αγεωργίτη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Αγεωργίτης