Αβετισσιάν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αβετισσιάν < αγγλική Avetissian < αρμενική Ավետիսյան (Avetisyan, Αβετισιάν)· πατρωνυμικό. Μορφολογικά αναλύεται σε Αβετί(ς)σσ + -ιάν.
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αβετισσιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο