Çolak
Σουηδικά (sv)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Çolak < προέλευσης από την τουρκική Çolak
Κύριο όνομα
επεξεργασίαÇolak αρσενικό ή θηλυκό
Αναφορές
επεξεργασία
Τουρκικά (tr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Çolak < από παρωνύμιο, çolak (μονόχειρας, κουλός)
Κύριο όνομα
επεξεργασίαÇolak αρσενικό ή θηλυκό