zmienna
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαzmienna < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου zmienny
Ουσιαστικό
επεξεργασίαzmienna (pl) θηλυκό
- (μαθηματικά) η μεταβλητή
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαzmienna (pl)
- θηλυκό του zmienny, στην ονομαστική και την κλητική του ενικού