zeitgeist
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- zeitgeist < (άμεσο δάνειο) γερμανική Zeitgeist
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈtsaɪtˌɡaɪst/ & /ˈzaɪtˌɡaɪst/
Ουσιαστικό επεξεργασία
zeitgeist (en)
Άλλες γραφές επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- zeitgeist στην αγγλική Βικιπαίδεια