yamachichois
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | yamachichois | yamachichoiss |
θηλυκό | yamachichoise | yamachichoises |
Επίθετο
επεξεργασίαyamachichois (fr)
- σχετικός με την κοινότητα Yamachiche του Καναδά
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | yamachichois | yamachichoiss |
θηλυκό | yamachichoise | yamachichoises |
yamachichois (fr)