voltage level
Αγγλικά (en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασία
voltage level (en)
- (ηλεκτρονική), (ψηφιακά συστήματα) η στάθμη τάσης [1]
Συνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ «στάθμη τάσης» από αναζήτηση «voltage level» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.