Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
vocal cord vocal cords

  Ετυμολογία επεξεργασία

vocal cord < → δείτε τις λέξεις vocal και cord

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

vocal cord (en)

  Πηγές επεξεργασία