Ουσιαστικό

επεξεργασία

viski (hr) αρσενικό



  Ετυμολογία

επεξεργασία
viski < (άμεσο δάνειο) αγγλική whisky

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈvisci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: vis‐ki

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

viski (tr)



  Ουσιαστικό

επεξεργασία

viski (fi)