• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

verfügen

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γερμανικά (de)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις

Γερμανικά (de)Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

  (βοήθεια·αρχείο)

  ΡήμαΕπεξεργασία

verfügen (de)

  1. (μεταβατικό) διαρθρώνω
  2. (αμετάβατο) (+ über): διαθέτω
  3. (reflexiv) πηγαίνω κάπου

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • verfügbar
  • Verfügung
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=verfügen&oldid=5579571"
Τελευταία επεξεργασία στις 10 Αυγούστου 2022, στις 06:17
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 10 Αυγούστου 2022, στις 06:17.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie