ventriculaire
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ventriculaire < ventricule
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
ventriculaire | ventriculaires |
ventriculaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
ventriculaire | ventriculaires |
ventriculaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό