unnamed
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαunnamed (en) (χωρίς παραθετικά)
- ανώνυμος, που δεν έχει όνομα ή είναι άγνωστο
Πηγές
επεξεργασία- unnamed - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 84. ISBN 9780194325684., λήμμα: ανώνυμος