Ετυμολογία

επεξεργασία
tumultuaire < tumulte

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
tumultuaire tumultuaires

tumultuaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Παράγωγα

επεξεργασία