tueur à gages
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
tueur à gages | tueurs à gages |
tueur à gages (fr) αρσενικό
- επαγγελματίας δολοφόνος, που πληρώνεται για τους φόνους που εκτελεί
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
tueur à gages | tueurs à gages |
tueur à gages (fr) αρσενικό