ενεστώτας tuck into
γ΄ ενικό ενεστώτα tucks into
αόριστος tucked into
παθητική μετοχή tucked into
ενεργητική μετοχή tucking into

  Ετυμολογία

επεξεργασία
tuck into < → δείτε τις λέξεις tuck και into

tuck into (en)