triomphant
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /tʁi.jɔ̃.fɑ̃/
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | triomphant | triomphants |
θηλυκό | triomphante | triomphantes |
triomphant (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | triomphant | triomphants |
θηλυκό | triomphante | triomphantes |
triomphant (fr)