trimensuel
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | trimensuel | trimensuels |
θηλυκό | trimensuelle | trimensuelles |
Επίθετο
επεξεργασίαtrimensuel (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | trimensuel | trimensuels |
θηλυκό | trimensuelle | trimensuelles |
trimensuel (fr)