Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
towering
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Επίθετο
1.2
Ρηματικός τύπος
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
towering
(en)
(
μόνο πριν από το ουσιαστικό
)
πανύψηλος
⮡
towering
trees
-
πανύψηλα
δέντρα
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
towering
(en)
ενεργητική
μετοχή
ενεστώτα
του
tower
Πηγές
επεξεργασία
towering
-
Oxford Learner's Dictionaries