Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
tocade
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
tocade
<
se toquer
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
tocade
tocades
tocade
(fr)
θηλυκό
(
οικείο
) έντονο, εκκεντρικό και παράλογο
πάθος
, συνήθως περαστικό, για κάποιον ή για κάτι