Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /tɔ.stœʁ/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
toasteur toasteurs

toasteur (fr) αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία