time machine
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
time machine | time machines |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαtime machine (en)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- time machine στην αγγλική Βικιπαίδεια
ενικός | πληθυντικός |
time machine | time machines |
time machine (en)