Ετυμολογία

επεξεργασία
there'll: συναίρεση του there + 'll (will)

  Συγχώνευση

επεξεργασία

there'll (en)

  • θα υπάρχει, θα είναι
    ⮡  Tomorrow there'll be more food.
    Αύριο θα υπάρχει περισσότερο φαγητό.