textile
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαtextile (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
textile | textiles |
textile (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
textile | textiles |
textile (fr) αρσενικό