Ετυμολογία

επεξεργασία
take lying down < → δείτε τις λέξεις take, lying και down

  Έκφραση

επεξεργασία

take lying down (en)

  • (ιδιωματισμός) το να περάσω κάτι αδιαμαρτύρητα, δέχομαι μια προσβλητική παρατήρηση ή ενέργεια χωρίς να διαμαρτυρηθώ ή να αντιδράσω
    ⮡  I can’t take this lying down.
    Δε μπορώ να το περάσω αυτό αδιαμαρτύρητα.