Ετυμολογία

επεξεργασία
témoin oculaire → δείτε τις λέξεις témoin και oculaire

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία
ενικός πληθυντικός
témoin oculaire témoins oculaires

témoin oculaire (fr) αρσενικό