syphiligraphe
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
syphiligraphe | syphiligraphes |
syphiligraphe (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
syphiligraphe | syphiligraphes |
syphiligraphe (fr) αρσενικό ή θηλυκό