Ετυμολογία

επεξεργασία
syphiligraphie < syphilis + -graphie

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
syphiligraphie syphiligraphies

syphiligraphie (fr) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία