Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
synzyme synzymes

  Ετυμολογία επεξεργασία

synzyme < συμφυρμός των synthetic + enzyme

  Ουσιαστικό επεξεργασία

synzyme (en)

Σημειώσεις επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • synzyme στην αγγλική Βικιπαίδεια  
  • coenzyme στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Πηγές επεξεργασία