sweterek
Πολωνικά (pl) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
sweterek < υποκοριστικό του sweter
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈsfɛ.tɛ.rɛk/
Ουσιαστικό επεξεργασία
sweterek (pl) αρσενικό
- το μπλουζάκι
- (ειδικότερα) το πουλοβεράκι
sweterek < υποκοριστικό του sweter
sweterek (pl) αρσενικό