Ετυμολογία

επεξεργασία
sweetness < sweet + -ness

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

sweetness (en) (μη μετρήσιμο)

  • η γλύκα, η γλυκύτητα, η ιδιότητα και η αίσθηση του γλυκού
    ⮡  the sweetness of honey - η γλύκα του μελιού