Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
sustainability
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
<
sustain
+
ability
Ουσιαστικό
επεξεργασία
sustainability
(en)
η ικανότητα να συντηρείς, διατηρείς, υποστηρίζεις κάτι
(
οικολογία
) η
αειφορία
Συγγενικά
επεξεργασία
sustain
sustainable