surexcité
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | surexcité | surexcités |
θηλυκό | surexcitée | surexcitées |
Επίθετο επεξεργασία
surexcité (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | surexcité | surexcités |
θηλυκό | surexcitée | surexcitées |
surexcité (fr)