superstitieux
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /sy.pɛʁ.sti.sjø/
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | superstitieux | superstitieux |
θηλυκό | superstitieuse | superstitieuses |
superstitieux (fr)
- προληπτικός (δεισιδαίμων)