sulfureux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | sulfureux | sulfureux |
θηλυκό | sulfureuse | sulfureuses |
Επίθετο
επεξεργασίαsulfureux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | sulfureux | sulfureux |
θηλυκό | sulfureuse | sulfureuses |
sulfureux (fr)