Ετυμολογία

επεξεργασία
subsidiaire < λατινική subsidiarius

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /syb.zi.djɛʁ/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
subsidiaire subsidiaires

subsidiaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό