ενικός         πληθυντικός  
stock split stock splits

  Ετυμολογία

επεξεργασία
stock split < → δείτε τις λέξεις stock και split

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

stock split (en)

Δείτε επίσης

επεξεργασία