sq.
Διαγλωσσικοί όροι επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- sq. < (άμεσο δάνειο) λατινική sequens
Συντομομορφή επεξεργασία
sq. συντομογραφία
- (βιβλιογραφική παραπομπή) κ.ε. ή κ.εξ. και εξής
- παράδειγμα: στο LSJ, λήμμα «μετωπαδόν» στο ΛΟΓΕΙΟΝ
Άλλες μορφές επεξεργασία
Λατινικά (la) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Συντομομορφή επεξεργασία
sq. συντομογραφία
- (βιβλιογραφική παραπομπή) → δείτε τον όρο sq.