Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
speediness
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
speediness
<
speedy
+
-ness
Ουσιαστικό
επεξεργασία
speediness
(en)
(
μη
μετρήσιμο
)
η
γρηγοράδα
⮡
He came with the
speediness
of lightning.
Ήρθε με τη
γρηγοράδα
της αστραπής.
≈
συνώνυμα
:
quickness
,
rapidity
,
speed
,
swiftness