souvlaki
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
souvlaki | souvlakis / souvlakia |
Ετυμολογία
επεξεργασία
- souvlaki < (άμεσο δάνειο) νέα ελληνική σουβλάκι
Προφορά
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- souvlaki < (άμεσο δάνειο) νέα ελληνική σουβλάκι
Προφορά
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
Ιταλικά (it)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
souvlaki (it)