ενικός         πληθυντικός  
sous-estimation sous-estimations

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

sous-estimation (fr) θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τη λέξη estimer