siliceux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | siliceux | siliceux |
θηλυκό | siliceuse | siliceuses |
Επίθετο
επεξεργασίαsiliceux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | siliceux | siliceux |
θηλυκό | siliceuse | siliceuses |
siliceux (fr)