siła
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαsiła (pl) θηλυκό
- η δύναμη ως:
Σημειώσεις
επεξεργασία→ δείτε τη λέξη potęga
Εκφράσεις
επεξεργασία- siła wyższa: η ανώτερη δύναμη
- siła rzeczy: η δύναμη των πραγμάτων
- siła robocza: η εργατική δύναμη