short-sightedness
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- short-sightedness < short-sighted + -ness
Ουσιαστικό επεξεργασία
short-sightedness (en) (μη μετρήσιμο)
Άλλες μορφές επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- short-sightedness στην αγγλική Βικιπαίδεια