Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈsiːdɪŋ/

  Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

seeding (en)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
seeding seedings

seeding (en)

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • seeding στην αγγλική Βικιπαίδεια