sanscrit
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαsanscrit (fr) αρσενικό
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
sanscrit | sanscrits |
sanscrit (fr) αρσενικό
sanscrit (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
sanscrit | sanscrits |
sanscrit (fr) αρσενικό