Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
sans plomb
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
sans plomb
sans plomb
Έκφραση
επεξεργασία
sans plomb
(fr)
αρσενικό ή θηλυκό
αμόλυβδος
↪
essence
sans plomb
-
αμόλυβδη
βενζίνη