sales rep
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
sales rep | sales reps |
Ετυμολογία
επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος
επεξεργασία
sales rep (en)
ενικός | πληθυντικός |
sales rep | sales reps |
sales rep (en)