Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /sa.dik/

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
sadique sadiques

sadique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
sadique sadiques

sadique (fr) αρσενικό ή θηλυκό