roquefort
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- roquefort < Roquefort (ονομασία του τόπου όπου παράγεται)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
roquefort | roqueforts |
roquefort (fr) αρσενικό
- (γαστρονομία) το τυρί ροκφόρ
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαroquefort (it)