restauré
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | restauré | restaurés |
θηλυκό | restaurée | restaurées |
Επίθετο
επεξεργασίαrestauré (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | restauré | restaurés |
θηλυκό | restaurée | restaurées |
restauré (fr)